For Living More⚕️
🚑 Εφημερεύοντα φαρμακεία / Τηλέφωνα Α’ Ανάγκης 🚑
Βρες τις χαμηλότερες τιμές φαρμάκων 💊
Όλα όσα πρέπει να γνωρίζει κανείς για την υπεριώδη ακτινοβολία και τα αντηλιακά
1-9-2020



Με τον καρκίνο του δέρματος να καθιστά έναν από τους πιο συχνά εμφανιζόμενους τύπους καρκίνου στις μέρες μας, καθώς και με την πληροφόρηση των ατόμων σχετικά με τις αρνητικές επιδράσεις της ηλιακής ακτινοβολίας στην υγεία και την εμφάνιση, υπάρχει μια συνεχής επαγρύπνηση σχετικά με το θέμα της προστασίας από τον ήλιο.
Οι βλαβερές επιδράσεις του ήλιου προκαλούνται κυρίως από την υπεριώδη ακτινοβολία(Ultraviolet Radiation–UVR). H υπεριώδης ακτινοβολία (100-400nm), παρόλο που αποτελεί μόλις το 5% της ηλιακής ακτινοβολίας, είναι υπεύθυνη για την πλειοψηφία των βλαβών που προκαλούνται από τον ήλιο. Το φάσμα της υπεριώδους ακτινοβολίας χωρίζεται σε 3 ζώνες, τη UVA με το μεγαλύτερο μήκος κύματος , τη UVB και τη UVC να ακολουθούν.
Το μεγαλύτερο ποσοστό της UV που φτάνει στη Γη ανήκει στη UVA. Παρόλο που έχει σταθερή ένταση καθ΄όλη τη διάρκεια της ημέρας, θεωρείται η βιολογικά λιγότερο βλαβερή, καθώς δεν απορροφάται απευθείας από το DNA. Η συνεχής έκθεση σε ακτίνες UVA είναι υπεύθυνη για το μαύρισμα, τη γήρανση του δέρματος, ακόμα και για τον καρκίνο του δέρματος. Η UVA δρα μέσω του σχηματισμού ελεύθερων ριζών που προκαλούν οξειδωτική βλάβη στο DNA.
Ένα πολύ μικρό ποσοστό της τάξης του 5-10% της UVB φτάνει στη Γη και είναι υπεύθυνο για το μεγαλύτερο αριθμό των βλαβών στο DNA. Πρόκειται για τη ζώνη της υπεριώδους ακτινοβολίας με τη μεγαλύτερη κυτταροτοξικότητα και δυνατότητα μεταλλαξιγένεσης ,καθώς αυτή απορροφάται απευθείας από το DNA. Οι βλάβες που μπορεί να προκαλέσει κυμαίνονται από εγκαύματα μέχρι και καρκίνο του δέρματος. Η ένταση της UVB ακτινοβολίας κορυφώνεται τις μεσημεριανές ώρες.
Η UVC, παρά το γεγονός ότι είναι πιο επικίνδυνη από τις άλλες δύο ζώνες, δεν μας απασχολεί ιδιαίτερα, καθώς απορροφάται από το στρώμα του όζοντος και δεν καταφέρνει να φτάσει στην επιφάνεια της Γης.



Επιπτώσεις της UVR στην υγεία
Γενικά η υπεριώδης ακτινοβολία προκαλεί βλάβες στο DNA, μεταλλάξεις γονιδίων, φλεγμονώδεις αντιδράσεις, οξειδωτικό στρες και ανοσοκαταστολή. Όλα τα παραπάνω διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη φωτογήρανση και τον καρκίνο του δέρματος.
Οι επιδράσεις της υπεριώδους ακτινοβολίας μπορούν να διακριθούν σε οξείες, όπως το μαύρισμα και το έγκαυμα και σε χρόνιες στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η φωτογήρανση και ο καρκίνος του δέρματος.
Ειδικότερα, έχει αποδειχθεί πως η UVR οφείλεται για το μεγαλύτερο ποσοστό εμφάνισης καρκίνου του δέρματος. Υπάρχουν τρείς κύριοι τύποι καρκίνου του δέρματος, το κακόηθες μελάνωμα, ο βασικοκυτταρικός και ο ακανθοκυτταρικός. Η χρόνια έκθεση στη UVR έχει σαν αποτέλεσμα τη συσσώρευση βλαβών στο DNA και την επακόλουθη εισαγωγή μεταλλαγών στα επιδερμικά κύτταρα, μετατρέποντάς τα σε καρκινικά. Πιο συγκεκριμένα, η UVR συμβάλλει στο μηχανισμό καρκινογένεσης επάγοντας τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό, ενεργοποιώντας τα ογκογονίδια και καταστέλλοντας τα ογκοκατασταλτικά γονίδια.
Σύμφωνα με μελέτες, ο άνθρωπος λαμβάνει το 1/5 της συνολικής έκθεσής του στον ήλιο μέχρι τα 18 του χρόνια. Αυτό σημαίνει πως η αλόγιστη και χωρίς τα απαραίτητα προστατευτικά μέτρα έκθεση στον ήλιο, κατά την παιδική ηλικία και αργότερα κατά την εφηβεία, μπορεί να οδηγήσει μελλοντικά σε ανάπτυξη καρκίνου του δέρματος, καθώς υπάρχει μια δοσοεξαρτώμενη σχέση ανάμεσα στην καρκινογένεση και την υπεριώδη ακτινοβολία.
Πώς δρα η UV?
Η υπεριώδης ακτινοβολία απορροφάται από χρωμοφόρα μόρια. Αυτά διακρίνονται σε ενδογενή, όπως το DNA, και εξωγενή, όπως τα αντηλιακά. Η ενέργεια της υπεριώδους ακτινοβολίας είναι αρκετή, ώστε να καταφέρει να διεγείρει αυτά τα μόρια. Στην ουσία τα μόρια αυτά απορροφούν ένα φωτόνιο της υπεριώδους ακτινοβολίας, με αποτέλεσμα ένα ηλεκτρόνιό τους να μεταφέρεται από μια κατάσταση χαμηλής ενέργειας σε μια κατάσταση υψηλότερης ενέργειας, δηλαδή διεγείρονται και γίνονται ασταθή.
Αυτό μπορεί να συμβεί απευθείας σε βιομόρια όπως το DNA , οπότε μιλάμε για άμεσες επιδράσεις της UV. Με αυτόν τον τρόπο επιδρά κυρίως η UVB, προκαλώντας βλάβες στη δομή του DNA. Οι βλάβες αυτές οφείλονται σε δύο κύριους τύπους διμερών πυριμιδίνης, τα κυκλοβουτανικά διμερή πυριμιδίνης και τα φωτοπροϊόντων (6-4), τα οποία καταστρέφουν τη δομή της διπλής έλικας του DNA. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μπλοκάρεται η ομαλή διαδικασία της αντιγραφής και της μεταγραφής και να εισάγονται μεταλλάξεις.
Διαφορετικά η UVR μπορεί να προκαλέσει έμμεσα βλάβες σε βιομόρια μέσω του σχηματισμού δραστικών χημικών ενώσεων οξυγόνου που προκαλούν οξειδωτικές βλάβες στο DNA. Επίσης, οι δραστικές αυτές ενώσεις που σχηματίζονται ενεργοποιούν μεταγραφικούς παράγοντες που επάγουν τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό ή ακόμα και το μηχανισμό της απόπτωσης.
Προστασία από τη UV
Όλα τα παραπάνω καθιστούν εμφανές το πόσο αναγκαίο είναι να προστατευτούμε από την υπεριώδη ακτινοβολία. Μάλιστα, υπολογίζεται πως μια μέρα έκθεσης στον ήλιο ισοδυναμεί με 105 φωτοχημικές βλάβες σε κάθε ένα από τα κύτταρα της επιδερμίδας μας. Για αυτό και ο ίδιος μας ο οργανισμός έχει αναπτύξει προστατευτικούς μηχανισμούς, όπως για παράδειγμα το μαύρισμα. Το μαύρισμα είναι μια προστατευτική αντίδραση του οργανισμού ενάντια στην υπεριώδη ακτινοβολία. Όταν ανιχνευτούν βλάβες στο DNA επαγόμενες από τη UVR, τότε επάγεται και η παραγωγή μελανίνης. Η μελανίνη είναι μια μαύρη ουσία που παράγεται από τα μελανοκύτταρα και μεταφέρεται στα βασικά κερατινοκύτταρα της επιδερμίδας μας. Το αποτέλεσμα της εξάπλωσης της μελανίνης στην επιδερμίδα μας δεν είναι άλλο από το γνωστό σε όλους μας μαύρισμα και ο ρόλος της είναι να αποτρέπει την απορρόφηση της UV από το DNA, αποφεύγοντας την πρόκληση οποιασδήποτε βλάβης. Ταυτόχρονα, απομακρύνονται τα νουκλεοτίδια που φέρουν τη βλάβη και αντικαθίστανται με φυσιολογικά. Σε περίπτωση που οι βλάβες στα κερατινοκύτταρα, είναι πολλές και μη αναστρέψιμες ,τότε αυτά μετατρέπονται σε αποπτωτκά , πεθαίνουν και προκαλείται το λεγόμενο έγκαυμα.
Όμως, οι φυσικοί προστατευτικοί μηχανισμοί δεν είναι αρκετοί για να περιορίσουν αποτελεσματικά τις δράσεις της UVR, για αυτό και κρίνεται απαραίτητη η ενίσχυσή τους με τη λήψη επιπλέον μέτρων. Αυτό περιλαμβάνει τη χρήση αντηλιακού, καπέλων και ρούχων που δεν αφήνουν το σώμα εκτεθειμένο στην ηλιακή ακτινοβολία. Επίσης, αναγκαίο κρίνεται τα άτομα να αποφεύγουν τις ώρες αιχμής της ηλιακής ακτινοβολίας.
Αντηλιακά
Στις μέρες μας η χρήση αντηλιακών, ιδιαίτερα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, είναι αρκετά διαδεδομένη. Τα πρώτα αντηλιακά που χρησιμοποιήθηκαν παρείχαν προστασία μόνο ενάντια στη UVB ακτινοβολία, καθώς αυτή είχε αναγνωριστεί ως η πιο επικίνδυνη. Δεν άργησαν όμως να αναγνωριστούν και οι βλαπτικές επιδράσεις της UVA, για αυτό και από τότε τα αντηλιακά εξελίχθηκαν, ώστε να προσφέρουν προστασία και ενάντια σε αυτή τη ζώνη της UVR.
Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί από τους επιστήμονες πως μήκη κύματος πέρα από το φάσμα της UV είναι ικανά να προκαλέσουν βλάβες στο δέρμα συμβάλλοντας κυρίως στη φωτογήρανση. Σε αυτά τα μήκη κύματος αντιστοιχεί η υπέρυθρη ακτινοβολία. Για αυτό το λόγο γίνονται προσπάθειες να αναπτυχθούν αντηλιακά που θα παρέχουν προστασία όχι μόνο για τις ακτίνες UVA, UVB αλλά και για ένα ευρύτερο φάσμα ακτινοβολιών.
Η χημεία των αντηλιακών βασίζεται στη χρήση ανόργανων(φυσικών) φίλτρων που αντανακλούν και διασκορπίζουν τη UV, όπως το οξείδιο του ψευδαργύρου ή το διοξείδιο του τιτανίου, καθώς και στη χρήση οργανικών(χημικών) φίλτρων που απορροφούν τη UV και τη μετατρέπουν σε θερμότητα λειτουργώντας ως μια ασπίδα προστασίας του δέρματος. Είναι γεγονός πως τα αντηλιακά με ανόργανα φίλτρα χαρακτηρίζονται από μια αρκετά παχύρευστη και λευκή σύνθεση, με αποτέλεσμα για λόγους καλαισθησίας τα άτομα να χρησιμοποιούν ποσότητες μικρότερες από τις συνιστώμενες, μειώνοντας αυτομάτως τα επίπεδα προστασίας του αντηλιακού. Πλέον, τα ανόργανα αντηλιακά έχουν βελτιωμένη σύνθεση, καθώς περιέχουν μικροσωματίδια από οξείδια μετάλλων, τα οποία μειώνουν την αντανάκλαση του ορατού φωτός, προσδίδοντάς τους μια πιο διαφανή όψη.



Ο ρόλος των αντηλιακών είναι πολύπλευρο, καθώς μπορεί να αναστείλει τις διάφορες συνέπειες της υπέρμετρης έκθεσης στον ήλιο. Υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις πως η συστηματική χρήση αντηλιακού προστατεύει αποτελεσματικά από εγκαύματα, αποτρέπει τη φωτογήρανση και την ανοσοσκαταστολή, ενώ είναι δυνατόν να εμποδίσει και την ανάπτυξη καρκίνου του δέρματος.
ΔΕΙΚΤΗΣ SPF
Όταν πρόκειται να αγοράσει κανείς ένα αντηλιακό, το πρώτο πράγμα που κοιτάει είναι ο δείκτης SPF(Sun Protector Factor) που αναγράφεται πάνω στο προϊόν, χωρίς απαραίτητα πάντα να γνωρίζει την ακριβή του σημασία. Ο δείκτης SPF αντικατοπτρίζει την αποτελεσματικότητα του αντηλιακού και ορίζεται ως το κλάσμα της δόσης της ηλιακής ακτινοβολίας που χρειάζεται για να προκαλέσει έγκαυμα με τη χρήση αντηλιακού, προς τη δόση της ηλιακής ακτινοβολίας που χρειάζεται για να προκαλέσει έγκαυμα χωρίς τη χρήση αντηλιακού. Στην ουσία, το γινόμενο του δείκτη SPF με το χρόνο έκθεσης στον ήλιο που προκαλεί έγκαυμα, αποτελεί μια αδρή εκτίμηση του επιτρεπτού χρόνου έκθεσης στον ήλιο για το κάθε άτομο ξεχωριστά.
Να σημειωθεί πως ο δείκτης SPF σχετίζεται με την προστασία από τη UVB ακτινοβολία και μόνο, ενώ ο δείκτης προστασίας από τη UVA έχει οριστεί ως το 1/3 τουλάχιστον του δείκτη SPF, το οποίο βέβαια είναι αρκετό με δεδομένο ότι ο δείκτης προστασίας από τη UVΒ είναι υψηλός. Με βάση την τιμή SPF τα αντηλιακά διακρίνονται σε τέσσερις κατηγορίες:
- Χαμηλής προστασίας (SPF 6-10)
- Μέτριας προστασίας (SPF 10-25)
- Υψηλής προστασίας (SPF30-50)
- Πολύ υψηλής προστασίας (50+)
Δεν συστήνεται συγκεκριμένος δείκτης προστασίας για όλα τα άτομα, καθώς αυτό εξαρτάται από παράγοντες, όπως ο τύπος δέρματος, το γεωγραφικό πλάτος, η ώρα της ημέρας, η εποχή, καθώς και οι συνολικές ώρες έκθεσης στον ήλιο. Καλό κρίνεται, βέβαια, να χρησιμοποιούνται αντηλιακά με υψηλό SPF, ώστε να αντισταθμίζονται οι απώλειες στην προστασία εξαιτίας της μη σωστής χρήσης του αντηλιακού.
Τι είδους αντηλιακό πρέπει να χρησιμοποιούμε;
Αυτό που προτείνεται γενικά είναι η χρήση αντηλιακού σε όλες τις εκτεθειμένες περιοχές με ευρύ φάσμα προστασίας που θα μπλοκάρει τόσο τις ακτίνες UVB όσο και τις UVA, και θα έχει τουλάχιστον 30 δείκτη SPF. Σε περίπτωση επαφής με το νερό προτείνεται η χρήση αδιάβροχου αντηλιακού.
Ποια η σωστή χρήση αντηλιακού;
Η χρήση αντηλιακού με υψηλό δείκτη SPF δεν αρκεί για να μας προστατεύσει αποτελεσματικά από τον ήλιο, αλλά χρειάζεται και η εφαρμογή της απαραίτητης ποσότητας σε όλες τις εκτεθειμένες περιοχές του σώματος, ακόμα και στα χείλη. Στους καταναλωτές συστήνεται η ποσότητα αντηλιακού που χρησιμοποιούν να αντιστοιχεί τουλάχιστον σε 2mg/cm, έτσι ώστε η προστασία που παρέχει το αντηλιακό να αντιστοιχεί στην αναγραφόμενη. Πρακτικά για τον καταναλωτή αυτό σημαίνει πως η ποσότητα αντηλιακού που βάζει στο σώμα πρέπει να αντιστοιχεί σε 2-3 κουταλιές , ενώ η ποσότητα για το πρόσωπο και το λαιμό σε 1-2 κουταλάκια του γλυκού. Βέβαια, όπως έχει παρατηρηθεί, η πραγματική ποσότητα αντηλιακού που χρησιμοποιούν τα άτομα κατά μέσο όρο αντιστοιχεί σto ¼ της συνιστώμενης, με αποτέλεσμα να μειώνεται αυτόματα ο βαθμός προστασίας. Συνεπώς, υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα στην ποσότητα του αντηλιακού που χρησιμοποιείται και στην προστασία που αυτό μας παρέχει.
Σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής γενικά προτείνεται το αντηλιακό να χρησιμοποιείται 15-20 λεπτά πριν την έκθεση στον ήλιο, ειδικά αν πρόκειται για αδιάβροχο. Παρ΄ όλα αυτά μελέτες αποδεικνύουν πως τα αντηλιακά παρέχουν άμεση προστασία από τη στιγμή της εφαρμογής τους.
Όσον αφορά το διάστημα που πρέπει να μεσολαβήσει για την ανανέωση του αντηλιακού, τα πράγματα δεν είναι αρκετά ξεκάθαρα, ωστόσο η σύσταση είναι να ανανεώνει κανείς το αντηλιακό του κατά μέσο όρο κάθε 2-3 ώρες όταν βρίσκεται σε εξωτερικό χώρο, ακόμα και αν έχει συννεφιά.
Τι σημαίνει η ένδειξη ‘’water resistant’’;
Η έννοια αυτή υποδηλώνει την ικανότητα του αντηλιακού να παραμένει στο δέρμα και να αντιστέκεται στο νερό ή την εφίδρωση. Γενικά, είναι καλό να προτιμάται η χρήση water resistant αντηλιακών σε περιπτώσεις έντονης δραστηριότητας σε σχέση με τα απλά αντηλιακά των οποίων η προστασία χάνεται μετά από 20 λεπτά δραστηριότητας στο νερό. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει πως δεν απαιτείται άμεση επαναεφαρμογή μετά από κάθε δραστηριότητα. Συχνά μπορεί να συναντήσει κανείς και τον όρο ‘’waterproof’’ , ο οποίος είναι τελείως παραπλανητικός αφού δεν υπάρχουν αρκετές ενδείξεις πλήρους αντηλιακής προστασίας μετά από την επαφή με το νερό.
Άτομα με πιο σκουρόχρωμη επιδερμίδα δεν έχουν ανάγκη από αντηλιακό;
Σημαντικό ρόλο στην προστασία ενάντια στην ηλιακή ακτινοβολία παίζει και το χρώμα το δέρματος, το οποίο οφείλεται στη μελανίνη.Eίναι γεγονός πως τα άτομα με ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα είναι πιο επιρρεπή σε εγκαύματα, δεν μαυρίζουν εύκολα και έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του δέρματος, καθώς παράγουν μικρότερη ποσότητα του τύπου της μελανίνης(ευμελανίνη) που καθορίζει την ευαισθησία στη UV. Αυτό καθιστά την επιδερμίδα τους περισσότερο διαπερατή στη UV προκαλώντας βλάβες στα κερατινοκύτταρα και τα μελανοκύττυταρα. Αυτό που είναι κοινά αποδεκτό και που συμβουλεύουν και οι γιατροί είναι άτομα με ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα και γενικότερα άτομα με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του δέρματος να προστατεύονται αποτελεσματικά από τον ήλιο.
Όσοι έχουν πιο σκουρόχρωμη επιδερμίδα πλεονεκτούν, καθώς εμφανίζουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα απέναντι στη UV. Ωστόσο, τα άτομα αυτά έχουν τη λανθασμένη αντίληψη πως, επειδή δεν καίγονται εύκολα από τον ήλιο, δεν έχουν ανάγκη από τη χρήση αντηλιακού. Συνέπεια αυτού είναι τα άτομα αυτά να χρησιμοποιούν λιγότερο αντηλιακό και γενικά να μην λαμβάνουν τα απαραίτητα μέρα προστασίας, με αποτέλεσμα περισσότερα άτομα με σκουρόχρωμη επιδερμίδα να πεθαίνουν από καρκίνο του δέρματος.



Οργανικά ή ανόργανα αντηλιακά;
Από τη στιγμή που στα ανόργανα αντηλιακά χρησιμοποιήθηκαν νανοσωματίδια στις φόρμουλες υπήρξε ανησυχία σχετικά με τους πιθανούς κινδύνους της συστηματικής του απορρόφησης. Ωστόσο, μελέτες έδειξαν πως μόλις το 0,03% των νανοσωματιδίων επιτυγχάνουν να διαπεράσουν μόνο τα ανώτερα στρώματα της κεράτινης στοιβάδας της επιδερμίδας, ενώ γενικότερα τα ανόργανα φίλτρα ενάντια στη UV θεωρήθηκαν ασφαλή και αποτελεσματικά. Από την άλλη πλευρά, περισσότερα χημικά αντηλιακά έχουν κατηγορηθεί για την πρόκληση φωτοαλλεργιών , ωστόσο το ποσοστό είναι πολύ χαμηλό. Συνεπώς, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία αν το αντηλιακό που θα χρησιμοποιηθεί ανήκει στην κατηγορία των οργανικών ή ανόργανων, αρκεί να καλύπτει ολόκληρο το φάσμα της UV
Είναι ασφαλής η χρήση αντηλιακού για τα νεογέννητα;
Αυτό είναι ένα ερώτημα που σίγουρα απασχολεί πολλούς νέους γονείς, ωστόσο δεν υπάρχει σαφής απάντηση λόγω έλλειψης δεδομένων, καθώς, όπως είναι λογικό, κλινικές δοκιμές σε αυτήν την ηλικία κρίνονται απαγορευτικές. Ωστόσο, καλό θα ήταν να αποφεύγεται η χρήση αντηλιακού τουλάχιστον μέχρι την ηλικία των 6 μηνών και η φωτοπροστασία τους να επιτυγχάνεται με εναλλακτικούς τρόπους.
Αρκεί η χρήση αντηλιακού για να προστατευτώ από τον ήλιο;
Είναι σημαντικό να κατανοήσει κανείς πως το αντηλιακό δεν είναι πανάκεια. Αυτό αποδεικνύεται και από τα αποτελέσματα μιας μελέτης που παρακολουθούσε μια ομάδα ατόμων που εκτέθηκε στον ήλιο για 3 ώρες μετά τη χρήση αντηλιακού με υψηλό δείκτη προστασίας. Από αυτά το 25% των ατόμων υπέστη εγκαύματα. Για αυτό και είναι σημαντικό να λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα με σκοπό τη βελτιστοποίηση της προστασίας από τη UV ακτινοβολία.
Tα αντηλιακά εμποδίζουν τη σύνθεση της βιταμίνης D. Μύθος ή αλήθεια;
H ηλιακή ακτινοβολία είναι η κύρια φυσική πηγή παραγωγής βιταμίνης D. Πιο συγκεκριμένα, οι ακτίνες UVB είναι αυτές που μετατρέπουν μια ουσία του δέρματος (7-δευδροχοληστερόλη) σε προβιταμίνη D3, η οποία με τη σειρά της μεταφέρεται στο ήπαρ, όπου και μεταβολίζεται. Αποτέλεσμα του μεταβολισμού της προβιταμίνης D3 είναι η παραγωγή βιταμίνης D (καλσιδιόλη) σε ανενεργή μορφή. Περαιτέρω υδροξυλίωση της βιταμίνης D στα νεφρικά, κατά κύριο λόγο, κύτταρα οδηγεί στο σχηματισμό της ενεργούς μορφής της βιταμίνης D (καλσιτριόλη). Στη συνέχεια, η δραστική αυτή μορφή της βιταμίνης D, αφού εισέλθει στα κύτταρα, προσδένεται σε κατάλληλους πυρηνικούς υποδοχείς (Vitamin D Receptors) και ελέγχει την έκφραση ενός μεγάλου αριθμού γονιδίων.
Τα αντηλιακά έχουν κατηγορηθεί ότι εμποδίζουν τη σύνθεση της βιταμίνης D από τον οργανισμό. Ωστόσο, μελέτες σε πληθυσμούς που χρησιμοποιούσαν αντηλιακή προστασία δεν έδειξε μειωμένα επίπεδα βιταμίνης D. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο ήλιος δεν είναι η μόνη πηγή βιταμίνης D. Ο άνθρωπος μπορεί να λάβει τα επιθυμητά επίπεδα βιταμίνης D μέσα από την τροφή και να καλύψει οποιεσδήποτε ελλείψεις μέσα από κατάλληλα συμπληρώματα, καθώς αυτό είναι προτιμότερο από το να εκθέτει τον εαυτό του στις βλαβερές ακτίνες UV του ήλιου χωρίς την απαραίτητη προστασία.
Είναι γεγονός πως μελέτες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα πως η συστηματική χρήση αντηλιακού μπορεί να επηρεάσει σε μικρό βαθμό τα επίπεδα βιταμίνης D στον οργανισμό. Και αυτό φαίνεται απόλυτα λογικό, αν αναλογιστεί κανείς πως κύριος ρόλος των αντηλιακών είναι να μπλοκάρουν τις ακτίνες UVB, την βασική πηγή σύνθεσης βιταμίνης D.
Ωστόσο, με βάση τα αποτελέσματα της πλειοψηφίας των μελετών στις μέρες μας, η χρήση αντηλιακών δεν φαίνεται να επηρεάζει τα επίπεδα της βιταμίνης D στα υγιή άτομα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η απαιτούμενη δόση UVB για τη σύνθεση βιταμίνης D είναι αρκετά χαμηλή ώστε να διαπερνά τη στρώση του αντηλιακού και να μην εμποδίζεται η σύνθεσή της. Ακόμα και η χρήση της κατάλληλης ποσότητας αντηλιακού και με δείκτη προστασίας μεγαλύτερο από 15 SPF δεν φαίνεται να επηρεάζει τη σύνθεση της βιταμίνης D, όταν βέβαια η έκθεση στη UV ακτινοβολία είναι αρκετή. Βέβαια να σημειωθεί πως οι μελέτες αυτές έγιναν πάνω σε άτομα με πιο ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα και δύνανται τα αποτελέσματα να μην είναι συμβατά με τους σκούρους τύπους δέρματος. Μάλιστα, η λήψη άλλων προστατευτικών μέτρων, πέρα από το αντηλιακό, είναι πιθανότερο να διαταράξει τα επίπεδα της βιταμίνης D στον οργανισμό. Τα παραπάνω δεν ισχύουν για άτομα που εμφανίζουν φωτοευαισθησία, στα οποία η έλλειψη βιταμίνης D είναι συχνό φαινόμενο, εξαιτίας βέβαια των πολύ υψηλών μέτρων προστασίας τους από τον ήλιο.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-
Antony R.Youn PhD, Joël Claveau MD, Ana Beatris Rossi MD, Ultraviolet radiation and the skin: Photobiology and sunscreen photoprotection, Journal of the American Academy of Dermatology,2017,76(3),pp 100-109
-
M.Ichihashi, M.Ueda, A.Budiyanto, T.Bito, M.Oka, M.Fukunaga, K.Tsuru, T.Horikawa, UV–induced skin damage, Toxicology, 2003, 189(1-2), pp 21-39
-
John D’Orazio , Stuart Jarrett , Alexandra Amaro-Ortiz, Timothy Scott, UV Radiation and the Skin, International Journal of Molecular Sciences, 2013, 14(6),pp 12222-12248
-
T. Teramura ,M. Mizuno, H. Asano, N. Naito, K. Arakane, Y. Miyachi, Relationship between sun‐protection factor and application thickness in high‐performance sunscreen: double application of sunscreen is recommended, CED, 2012, 37(8),pp 904-908
-
RobertSarkany, Sun protection strategies, Medicine, 2017, 45:7, pp 444-447
-
Hao Ou-Yang PhD, Lily I. Jiang PhD, Karen Meyer BS, Sun Protection by Beach Umbrella vs Sunscreen With a High Sun Protection Factor-A Randomized Clinical Trial, JAMA Dermatol, 2017, 153(3), pp 304-308
-
M. Lodén , H. Beitner , H. Gonzalez , D.W. Edström , U. Åkerström , J. Austad , I. Buraczewska‐Norin , M. Matsson ,H.C. Wulf, Sunscreen use: controversies, challenges and regulatory aspects, BJD, 2011, 165(2), pp 255-262
-
Doris R. Kimbrough, The Photochemistry of Sunscreens, Journal of Chemical Education, 1997
-
Heidi Li, Sophia Colantonio, Andrea Dawson, Sunscreen Application, Safety, and Sun Protection: The Evidence, Journal of Cutaneous Medicine and Surgery, 2019, 23(4)
-
Maier T. · Korting H.C., Sunscreens – Which and What for?, Skin Pharmacology and Physiology, 2005, 18, pp 253-262
-
Deevya L. Narayanan MPH, CPH , Rao N. Saladi MD , Joshua L. Fox MD, FAAD, Review: Ultraviolet radiation and skin cancer, International Journal of Dermatology,2010, 49(9), pp 978-986
-
T. Passeron , R. Bouillon , V. Callender , T. Cestari , T.L. Diepgen , A.C. Green , J.C. van der Pols , B.A. Bernard , F. Ly , F. Bernerd , L. Marrot , M. Nielsen , M. Verschoore , N.G. Jablonski , Sunscreen photoprotection and vitamin D status, BJD, 2019, 181(5),pp 916-931
TrueMed-ForLivingMore
Κοινοποιήστε
ΔΗΜΟΦΙΛΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
| Επικοινωνία | Η ομάδα μας | Διαφημιστείτε στη truemed.gr| | Όροι χρήσης | Προσωπικά δεδομένα | Copyright©Truemed | |Για περισσότερη ζωή | Υγειά-διατροφή |
Designed – Developed by Premiumweb.gr
ΒΡΕΙΤΕ ΜΑΣ


© 2019 TrueMed Media. All rights reserved. Our website services, content, and products are for informational purposes only. TrueMed Media does not provide medical advice, diagnosis, or treatment.
Όλα όσα πρέπει να γνωρίζει κανείς για την υπεριώδη ακτινοβολία και τα αντηλιακά



Με τον καρκίνο του δέρματος να καθιστά έναν από τους πιο συχνά εμφανιζόμενους τύπους καρκίνου στις μέρες μας, καθώς και με την πληροφόρηση των ατόμων σχετικά με τις αρνητικές επιδράσεις της ηλιακής ακτινοβολίας στην υγεία και την εμφάνιση, υπάρχει μια συνεχής επαγρύπνηση σχετικά με το θέμα της προστασίας από τον ήλιο.
Οι βλαβερές επιδράσεις του ήλιου προκαλούνται κυρίως από την υπεριώδη ακτινοβολία(Ultraviolet Radiation–UVR). H υπεριώδης ακτινοβολία (100-400nm), παρόλο που αποτελεί μόλις το 5% της ηλιακής ακτινοβολίας, είναι υπεύθυνη για την πλειοψηφία των βλαβών που προκαλούνται από τον ήλιο. Το φάσμα της υπεριώδους ακτινοβολίας χωρίζεται σε 3 ζώνες, τη UVA με το μεγαλύτερο μήκος κύματος , τη UVB και τη UVC να ακολουθούν.
Το μεγαλύτερο ποσοστό της UV που φτάνει στη Γη ανήκει στη UVA. Παρόλο που έχει σταθερή ένταση καθ΄όλη τη διάρκεια της ημέρας, θεωρείται η βιολογικά λιγότερο βλαβερή, καθώς δεν απορροφάται απευθείας από το DNA. Η συνεχής έκθεση σε ακτίνες UVA είναι υπεύθυνη για το μαύρισμα, τη γήρανση του δέρματος, ακόμα και για τον καρκίνο του δέρματος. Η UVA δρα μέσω του σχηματισμού ελεύθερων ριζών που προκαλούν οξειδωτική βλάβη στο DNA.
Ένα πολύ μικρό ποσοστό της τάξης του 5-10% της UVB φτάνει στη Γη και είναι υπεύθυνο για το μεγαλύτερο αριθμό των βλαβών στο DNA. Πρόκειται για τη ζώνη της υπεριώδους ακτινοβολίας με τη μεγαλύτερη κυτταροτοξικότητα και δυνατότητα μεταλλαξιγένεσης ,καθώς αυτή απορροφάται απευθείας από το DNA. Οι βλάβες που μπορεί να προκαλέσει κυμαίνονται από εγκαύματα μέχρι και καρκίνο του δέρματος. Η ένταση της UVB ακτινοβολίας κορυφώνεται τις μεσημεριανές ώρες.
Η UVC, παρά το γεγονός ότι είναι πιο επικίνδυνη από τις άλλες δύο ζώνες, δεν μας απασχολεί ιδιαίτερα, καθώς απορροφάται από το στρώμα του όζοντος και δεν καταφέρνει να φτάσει στην επιφάνεια της Γης.



Επιπτώσεις της UVR στην υγεία
Γενικά η υπεριώδης ακτινοβολία προκαλεί βλάβες στο DNA, μεταλλάξεις γονιδίων, φλεγμονώδεις αντιδράσεις, οξειδωτικό στρες και ανοσοκαταστολή. Όλα τα παραπάνω διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στη φωτογήρανση και τον καρκίνο του δέρματος.
Οι επιδράσεις της υπεριώδους ακτινοβολίας μπορούν να διακριθούν σε οξείες, όπως το μαύρισμα και το έγκαυμα και σε χρόνιες στις οποίες συμπεριλαμβάνονται η φωτογήρανση και ο καρκίνος του δέρματος.
Ειδικότερα, έχει αποδειχθεί πως η UVR οφείλεται για το μεγαλύτερο ποσοστό εμφάνισης καρκίνου του δέρματος. Υπάρχουν τρείς κύριοι τύποι καρκίνου του δέρματος, το κακόηθες μελάνωμα, ο βασικοκυτταρικός και ο ακανθοκυτταρικός. Η χρόνια έκθεση στη UVR έχει σαν αποτέλεσμα τη συσσώρευση βλαβών στο DNA και την επακόλουθη εισαγωγή μεταλλαγών στα επιδερμικά κύτταρα, μετατρέποντάς τα σε καρκινικά. Πιο συγκεκριμένα, η UVR συμβάλλει στο μηχανισμό καρκινογένεσης επάγοντας τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό, ενεργοποιώντας τα ογκογονίδια και καταστέλλοντας τα ογκοκατασταλτικά γονίδια.
Σύμφωνα με μελέτες, ο άνθρωπος λαμβάνει το 1/5 της συνολικής έκθεσής του στον ήλιο μέχρι τα 18 του χρόνια. Αυτό σημαίνει πως η αλόγιστη και χωρίς τα απαραίτητα προστατευτικά μέτρα έκθεση στον ήλιο, κατά την παιδική ηλικία και αργότερα κατά την εφηβεία, μπορεί να οδηγήσει μελλοντικά σε ανάπτυξη καρκίνου του δέρματος, καθώς υπάρχει μια δοσοεξαρτώμενη σχέση ανάμεσα στην καρκινογένεση και την υπεριώδη ακτινοβολία.
Πώς δρα η UV?
Η υπεριώδης ακτινοβολία απορροφάται από χρωμοφόρα μόρια. Αυτά διακρίνονται σε ενδογενή, όπως το DNA, και εξωγενή, όπως τα αντηλιακά. Η ενέργεια της υπεριώδους ακτινοβολίας είναι αρκετή, ώστε να καταφέρει να διεγείρει αυτά τα μόρια. Στην ουσία τα μόρια αυτά απορροφούν ένα φωτόνιο της υπεριώδους ακτινοβολίας, με αποτέλεσμα ένα ηλεκτρόνιό τους να μεταφέρεται από μια κατάσταση χαμηλής ενέργειας σε μια κατάσταση υψηλότερης ενέργειας, δηλαδή διεγείρονται και γίνονται ασταθή.
Αυτό μπορεί να συμβεί απευθείας σε βιομόρια όπως το DNA , οπότε μιλάμε για άμεσες επιδράσεις της UV. Με αυτόν τον τρόπο επιδρά κυρίως η UVB, προκαλώντας βλάβες στη δομή του DNA. Οι βλάβες αυτές οφείλονται σε δύο κύριους τύπους διμερών πυριμιδίνης, τα κυκλοβουτανικά διμερή πυριμιδίνης και τα φωτοπροϊόντων (6-4), τα οποία καταστρέφουν τη δομή της διπλής έλικας του DNA. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μπλοκάρεται η ομαλή διαδικασία της αντιγραφής και της μεταγραφής και να εισάγονται μεταλλάξεις.
Διαφορετικά η UVR μπορεί να προκαλέσει έμμεσα βλάβες σε βιομόρια μέσω του σχηματισμού δραστικών χημικών ενώσεων οξυγόνου που προκαλούν οξειδωτικές βλάβες στο DNA. Επίσης, οι δραστικές αυτές ενώσεις που σχηματίζονται ενεργοποιούν μεταγραφικούς παράγοντες που επάγουν τον κυτταρικό πολλαπλασιασμό ή ακόμα και το μηχανισμό της απόπτωσης.
Προστασία από τη UV
Όλα τα παραπάνω καθιστούν εμφανές το πόσο αναγκαίο είναι να προστατευτούμε από την υπεριώδη ακτινοβολία. Μάλιστα, υπολογίζεται πως μια μέρα έκθεσης στον ήλιο ισοδυναμεί με 105 φωτοχημικές βλάβες σε κάθε ένα από τα κύτταρα της επιδερμίδας μας. Για αυτό και ο ίδιος μας ο οργανισμός έχει αναπτύξει προστατευτικούς μηχανισμούς, όπως για παράδειγμα το μαύρισμα. Το μαύρισμα είναι μια προστατευτική αντίδραση του οργανισμού ενάντια στην υπεριώδη ακτινοβολία. Όταν ανιχνευτούν βλάβες στο DNA επαγόμενες από τη UVR, τότε επάγεται και η παραγωγή μελανίνης. Η μελανίνη είναι μια μαύρη ουσία που παράγεται από τα μελανοκύτταρα και μεταφέρεται στα βασικά κερατινοκύτταρα της επιδερμίδας μας. Το αποτέλεσμα της εξάπλωσης της μελανίνης στην επιδερμίδα μας δεν είναι άλλο από το γνωστό σε όλους μας μαύρισμα και ο ρόλος της είναι να αποτρέπει την απορρόφηση της UV από το DNA, αποφεύγοντας την πρόκληση οποιασδήποτε βλάβης. Ταυτόχρονα, απομακρύνονται τα νουκλεοτίδια που φέρουν τη βλάβη και αντικαθίστανται με φυσιολογικά. Σε περίπτωση που οι βλάβες στα κερατινοκύτταρα, είναι πολλές και μη αναστρέψιμες ,τότε αυτά μετατρέπονται σε αποπτωτκά , πεθαίνουν και προκαλείται το λεγόμενο έγκαυμα.
Όμως, οι φυσικοί προστατευτικοί μηχανισμοί δεν είναι αρκετοί για να περιορίσουν αποτελεσματικά τις δράσεις της UVR, για αυτό και κρίνεται απαραίτητη η ενίσχυσή τους με τη λήψη επιπλέον μέτρων. Αυτό περιλαμβάνει τη χρήση αντηλιακού, καπέλων και ρούχων που δεν αφήνουν το σώμα εκτεθειμένο στην ηλιακή ακτινοβολία. Επίσης, αναγκαίο κρίνεται τα άτομα να αποφεύγουν τις ώρες αιχμής της ηλιακής ακτινοβολίας.
Αντηλιακά
Στις μέρες μας η χρήση αντηλιακών, ιδιαίτερα κατά τους καλοκαιρινούς μήνες, είναι αρκετά διαδεδομένη. Τα πρώτα αντηλιακά που χρησιμοποιήθηκαν παρείχαν προστασία μόνο ενάντια στη UVB ακτινοβολία, καθώς αυτή είχε αναγνωριστεί ως η πιο επικίνδυνη. Δεν άργησαν όμως να αναγνωριστούν και οι βλαπτικές επιδράσεις της UVA, για αυτό και από τότε τα αντηλιακά εξελίχθηκαν, ώστε να προσφέρουν προστασία και ενάντια σε αυτή τη ζώνη της UVR.
Τα τελευταία χρόνια έχει παρατηρηθεί από τους επιστήμονες πως μήκη κύματος πέρα από το φάσμα της UV είναι ικανά να προκαλέσουν βλάβες στο δέρμα συμβάλλοντας κυρίως στη φωτογήρανση. Σε αυτά τα μήκη κύματος αντιστοιχεί η υπέρυθρη ακτινοβολία. Για αυτό το λόγο γίνονται προσπάθειες να αναπτυχθούν αντηλιακά που θα παρέχουν προστασία όχι μόνο για τις ακτίνες UVA, UVB αλλά και για ένα ευρύτερο φάσμα ακτινοβολιών.
Η χημεία των αντηλιακών βασίζεται στη χρήση ανόργανων(φυσικών) φίλτρων που αντανακλούν και διασκορπίζουν τη UV, όπως το οξείδιο του ψευδαργύρου ή το διοξείδιο του τιτανίου, καθώς και στη χρήση οργανικών(χημικών) φίλτρων που απορροφούν τη UV και τη μετατρέπουν σε θερμότητα λειτουργώντας ως μια ασπίδα προστασίας του δέρματος. Είναι γεγονός πως τα αντηλιακά με ανόργανα φίλτρα χαρακτηρίζονται από μια αρκετά παχύρευστη και λευκή σύνθεση, με αποτέλεσμα για λόγους καλαισθησίας τα άτομα να χρησιμοποιούν ποσότητες μικρότερες από τις συνιστώμενες, μειώνοντας αυτομάτως τα επίπεδα προστασίας του αντηλιακού. Πλέον, τα ανόργανα αντηλιακά έχουν βελτιωμένη σύνθεση, καθώς περιέχουν μικροσωματίδια από οξείδια μετάλλων, τα οποία μειώνουν την αντανάκλαση του ορατού φωτός, προσδίδοντάς τους μια πιο διαφανή όψη.



Ο ρόλος των αντηλιακών είναι πολύπλευρο, καθώς μπορεί να αναστείλει τις διάφορες συνέπειες της υπέρμετρης έκθεσης στον ήλιο. Υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις πως η συστηματική χρήση αντηλιακού προστατεύει αποτελεσματικά από εγκαύματα, αποτρέπει τη φωτογήρανση και την ανοσοσκαταστολή, ενώ είναι δυνατόν να εμποδίσει και την ανάπτυξη καρκίνου του δέρματος.
ΔΕΙΚΤΗΣ SPF
Όταν πρόκειται να αγοράσει κανείς ένα αντηλιακό, το πρώτο πράγμα που κοιτάει είναι ο δείκτης SPF(Sun Protector Factor) που αναγράφεται πάνω στο προϊόν, χωρίς απαραίτητα πάντα να γνωρίζει την ακριβή του σημασία. Ο δείκτης SPF αντικατοπτρίζει την αποτελεσματικότητα του αντηλιακού και ορίζεται ως το κλάσμα της δόσης της ηλιακής ακτινοβολίας που χρειάζεται για να προκαλέσει έγκαυμα με τη χρήση αντηλιακού, προς τη δόση της ηλιακής ακτινοβολίας που χρειάζεται για να προκαλέσει έγκαυμα χωρίς τη χρήση αντηλιακού. Στην ουσία, το γινόμενο του δείκτη SPF με το χρόνο έκθεσης στον ήλιο που προκαλεί έγκαυμα, αποτελεί μια αδρή εκτίμηση του επιτρεπτού χρόνου έκθεσης στον ήλιο για το κάθε άτομο ξεχωριστά.
Να σημειωθεί πως ο δείκτης SPF σχετίζεται με την προστασία από τη UVB ακτινοβολία και μόνο, ενώ ο δείκτης προστασίας από τη UVA έχει οριστεί ως το 1/3 τουλάχιστον του δείκτη SPF, το οποίο βέβαια είναι αρκετό με δεδομένο ότι ο δείκτης προστασίας από τη UVΒ είναι υψηλός. Με βάση την τιμή SPF τα αντηλιακά διακρίνονται σε τέσσερις κατηγορίες:
- Χαμηλής προστασίας (SPF 6-10)
- Μέτριας προστασίας (SPF 10-25)
- Υψηλής προστασίας (SPF30-50)
- Πολύ υψηλής προστασίας (50+)
Δεν συστήνεται συγκεκριμένος δείκτης προστασίας για όλα τα άτομα, καθώς αυτό εξαρτάται από παράγοντες, όπως ο τύπος δέρματος, το γεωγραφικό πλάτος, η ώρα της ημέρας, η εποχή, καθώς και οι συνολικές ώρες έκθεσης στον ήλιο. Καλό κρίνεται, βέβαια, να χρησιμοποιούνται αντηλιακά με υψηλό SPF, ώστε να αντισταθμίζονται οι απώλειες στην προστασία εξαιτίας της μη σωστής χρήσης του αντηλιακού.
Τι είδους αντηλιακό πρέπει να χρησιμοποιούμε;
Αυτό που προτείνεται γενικά είναι η χρήση αντηλιακού σε όλες τις εκτεθειμένες περιοχές με ευρύ φάσμα προστασίας που θα μπλοκάρει τόσο τις ακτίνες UVB όσο και τις UVA, και θα έχει τουλάχιστον 30 δείκτη SPF. Σε περίπτωση επαφής με το νερό προτείνεται η χρήση αδιάβροχου αντηλιακού.
Ποια η σωστή χρήση αντηλιακού;
Η χρήση αντηλιακού με υψηλό δείκτη SPF δεν αρκεί για να μας προστατεύσει αποτελεσματικά από τον ήλιο, αλλά χρειάζεται και η εφαρμογή της απαραίτητης ποσότητας σε όλες τις εκτεθειμένες περιοχές του σώματος, ακόμα και στα χείλη. Στους καταναλωτές συστήνεται η ποσότητα αντηλιακού που χρησιμοποιούν να αντιστοιχεί τουλάχιστον σε 2mg/cm, έτσι ώστε η προστασία που παρέχει το αντηλιακό να αντιστοιχεί στην αναγραφόμενη. Πρακτικά για τον καταναλωτή αυτό σημαίνει πως η ποσότητα αντηλιακού που βάζει στο σώμα πρέπει να αντιστοιχεί σε 2-3 κουταλιές , ενώ η ποσότητα για το πρόσωπο και το λαιμό σε 1-2 κουταλάκια του γλυκού. Βέβαια, όπως έχει παρατηρηθεί, η πραγματική ποσότητα αντηλιακού που χρησιμοποιούν τα άτομα κατά μέσο όρο αντιστοιχεί σto ¼ της συνιστώμενης, με αποτέλεσμα να μειώνεται αυτόματα ο βαθμός προστασίας. Συνεπώς, υπάρχει άμεση σχέση ανάμεσα στην ποσότητα του αντηλιακού που χρησιμοποιείται και στην προστασία που αυτό μας παρέχει.
Σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής γενικά προτείνεται το αντηλιακό να χρησιμοποιείται 15-20 λεπτά πριν την έκθεση στον ήλιο, ειδικά αν πρόκειται για αδιάβροχο. Παρ΄ όλα αυτά μελέτες αποδεικνύουν πως τα αντηλιακά παρέχουν άμεση προστασία από τη στιγμή της εφαρμογής τους.
Όσον αφορά το διάστημα που πρέπει να μεσολαβήσει για την ανανέωση του αντηλιακού, τα πράγματα δεν είναι αρκετά ξεκάθαρα, ωστόσο η σύσταση είναι να ανανεώνει κανείς το αντηλιακό του κατά μέσο όρο κάθε 2-3 ώρες όταν βρίσκεται σε εξωτερικό χώρο, ακόμα και αν έχει συννεφιά.
Τι σημαίνει η ένδειξη ‘’water resistant’’;
Η έννοια αυτή υποδηλώνει την ικανότητα του αντηλιακού να παραμένει στο δέρμα και να αντιστέκεται στο νερό ή την εφίδρωση. Γενικά, είναι καλό να προτιμάται η χρήση water resistant αντηλιακών σε περιπτώσεις έντονης δραστηριότητας σε σχέση με τα απλά αντηλιακά των οποίων η προστασία χάνεται μετά από 20 λεπτά δραστηριότητας στο νερό. Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει πως δεν απαιτείται άμεση επαναεφαρμογή μετά από κάθε δραστηριότητα. Συχνά μπορεί να συναντήσει κανείς και τον όρο ‘’waterproof’’ , ο οποίος είναι τελείως παραπλανητικός αφού δεν υπάρχουν αρκετές ενδείξεις πλήρους αντηλιακής προστασίας μετά από την επαφή με το νερό.
Άτομα με πιο σκουρόχρωμη επιδερμίδα δεν έχουν ανάγκη από αντηλιακό;
Σημαντικό ρόλο στην προστασία ενάντια στην ηλιακή ακτινοβολία παίζει και το χρώμα το δέρματος, το οποίο οφείλεται στη μελανίνη.Eίναι γεγονός πως τα άτομα με ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα είναι πιο επιρρεπή σε εγκαύματα, δεν μαυρίζουν εύκολα και έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του δέρματος, καθώς παράγουν μικρότερη ποσότητα του τύπου της μελανίνης(ευμελανίνη) που καθορίζει την ευαισθησία στη UV. Αυτό καθιστά την επιδερμίδα τους περισσότερο διαπερατή στη UV προκαλώντας βλάβες στα κερατινοκύτταρα και τα μελανοκύττυταρα. Αυτό που είναι κοινά αποδεκτό και που συμβουλεύουν και οι γιατροί είναι άτομα με ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα και γενικότερα άτομα με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του δέρματος να προστατεύονται αποτελεσματικά από τον ήλιο.
Όσοι έχουν πιο σκουρόχρωμη επιδερμίδα πλεονεκτούν, καθώς εμφανίζουν μεγαλύτερη ανθεκτικότητα απέναντι στη UV. Ωστόσο, τα άτομα αυτά έχουν τη λανθασμένη αντίληψη πως, επειδή δεν καίγονται εύκολα από τον ήλιο, δεν έχουν ανάγκη από τη χρήση αντηλιακού. Συνέπεια αυτού είναι τα άτομα αυτά να χρησιμοποιούν λιγότερο αντηλιακό και γενικά να μην λαμβάνουν τα απαραίτητα μέρα προστασίας, με αποτέλεσμα περισσότερα άτομα με σκουρόχρωμη επιδερμίδα να πεθαίνουν από καρκίνο του δέρματος.



Οργανικά ή ανόργανα αντηλιακά;
Από τη στιγμή που στα ανόργανα αντηλιακά χρησιμοποιήθηκαν νανοσωματίδια στις φόρμουλες υπήρξε ανησυχία σχετικά με τους πιθανούς κινδύνους της συστηματικής του απορρόφησης. Ωστόσο, μελέτες έδειξαν πως μόλις το 0,03% των νανοσωματιδίων επιτυγχάνουν να διαπεράσουν μόνο τα ανώτερα στρώματα της κεράτινης στοιβάδας της επιδερμίδας, ενώ γενικότερα τα ανόργανα φίλτρα ενάντια στη UV θεωρήθηκαν ασφαλή και αποτελεσματικά. Από την άλλη πλευρά, περισσότερα χημικά αντηλιακά έχουν κατηγορηθεί για την πρόκληση φωτοαλλεργιών , ωστόσο το ποσοστό είναι πολύ χαμηλό. Συνεπώς, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία αν το αντηλιακό που θα χρησιμοποιηθεί ανήκει στην κατηγορία των οργανικών ή ανόργανων, αρκεί να καλύπτει ολόκληρο το φάσμα της UV
Είναι ασφαλής η χρήση αντηλιακού για τα νεογέννητα;
Αυτό είναι ένα ερώτημα που σίγουρα απασχολεί πολλούς νέους γονείς, ωστόσο δεν υπάρχει σαφής απάντηση λόγω έλλειψης δεδομένων, καθώς, όπως είναι λογικό, κλινικές δοκιμές σε αυτήν την ηλικία κρίνονται απαγορευτικές. Ωστόσο, καλό θα ήταν να αποφεύγεται η χρήση αντηλιακού τουλάχιστον μέχρι την ηλικία των 6 μηνών και η φωτοπροστασία τους να επιτυγχάνεται με εναλλακτικούς τρόπους.
Αρκεί η χρήση αντηλιακού για να προστατευτώ από τον ήλιο;
Είναι σημαντικό να κατανοήσει κανείς πως το αντηλιακό δεν είναι πανάκεια. Αυτό αποδεικνύεται και από τα αποτελέσματα μιας μελέτης που παρακολουθούσε μια ομάδα ατόμων που εκτέθηκε στον ήλιο για 3 ώρες μετά τη χρήση αντηλιακού με υψηλό δείκτη προστασίας. Από αυτά το 25% των ατόμων υπέστη εγκαύματα. Για αυτό και είναι σημαντικό να λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα μέτρα με σκοπό τη βελτιστοποίηση της προστασίας από τη UV ακτινοβολία.
Tα αντηλιακά εμποδίζουν τη σύνθεση της βιταμίνης D. Μύθος ή αλήθεια;
H ηλιακή ακτινοβολία είναι η κύρια φυσική πηγή παραγωγής βιταμίνης D. Πιο συγκεκριμένα, οι ακτίνες UVB είναι αυτές που μετατρέπουν μια ουσία του δέρματος (7-δευδροχοληστερόλη) σε προβιταμίνη D3, η οποία με τη σειρά της μεταφέρεται στο ήπαρ, όπου και μεταβολίζεται. Αποτέλεσμα του μεταβολισμού της προβιταμίνης D3 είναι η παραγωγή βιταμίνης D (καλσιδιόλη) σε ανενεργή μορφή. Περαιτέρω υδροξυλίωση της βιταμίνης D στα νεφρικά, κατά κύριο λόγο, κύτταρα οδηγεί στο σχηματισμό της ενεργούς μορφής της βιταμίνης D (καλσιτριόλη). Στη συνέχεια, η δραστική αυτή μορφή της βιταμίνης D, αφού εισέλθει στα κύτταρα, προσδένεται σε κατάλληλους πυρηνικούς υποδοχείς (Vitamin D Receptors) και ελέγχει την έκφραση ενός μεγάλου αριθμού γονιδίων.
Τα αντηλιακά έχουν κατηγορηθεί ότι εμποδίζουν τη σύνθεση της βιταμίνης D από τον οργανισμό. Ωστόσο, μελέτες σε πληθυσμούς που χρησιμοποιούσαν αντηλιακή προστασία δεν έδειξε μειωμένα επίπεδα βιταμίνης D. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο ήλιος δεν είναι η μόνη πηγή βιταμίνης D. Ο άνθρωπος μπορεί να λάβει τα επιθυμητά επίπεδα βιταμίνης D μέσα από την τροφή και να καλύψει οποιεσδήποτε ελλείψεις μέσα από κατάλληλα συμπληρώματα, καθώς αυτό είναι προτιμότερο από το να εκθέτει τον εαυτό του στις βλαβερές ακτίνες UV του ήλιου χωρίς την απαραίτητη προστασία.
Είναι γεγονός πως μελέτες έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα πως η συστηματική χρήση αντηλιακού μπορεί να επηρεάσει σε μικρό βαθμό τα επίπεδα βιταμίνης D στον οργανισμό. Και αυτό φαίνεται απόλυτα λογικό, αν αναλογιστεί κανείς πως κύριος ρόλος των αντηλιακών είναι να μπλοκάρουν τις ακτίνες UVB, την βασική πηγή σύνθεσης βιταμίνης D.
Ωστόσο, με βάση τα αποτελέσματα της πλειοψηφίας των μελετών στις μέρες μας, η χρήση αντηλιακών δεν φαίνεται να επηρεάζει τα επίπεδα της βιταμίνης D στα υγιή άτομα. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η απαιτούμενη δόση UVB για τη σύνθεση βιταμίνης D είναι αρκετά χαμηλή ώστε να διαπερνά τη στρώση του αντηλιακού και να μην εμποδίζεται η σύνθεσή της. Ακόμα και η χρήση της κατάλληλης ποσότητας αντηλιακού και με δείκτη προστασίας μεγαλύτερο από 15 SPF δεν φαίνεται να επηρεάζει τη σύνθεση της βιταμίνης D, όταν βέβαια η έκθεση στη UV ακτινοβολία είναι αρκετή. Βέβαια να σημειωθεί πως οι μελέτες αυτές έγιναν πάνω σε άτομα με πιο ανοιχτόχρωμη επιδερμίδα και δύνανται τα αποτελέσματα να μην είναι συμβατά με τους σκούρους τύπους δέρματος. Μάλιστα, η λήψη άλλων προστατευτικών μέτρων, πέρα από το αντηλιακό, είναι πιθανότερο να διαταράξει τα επίπεδα της βιταμίνης D στον οργανισμό. Τα παραπάνω δεν ισχύουν για άτομα που εμφανίζουν φωτοευαισθησία, στα οποία η έλλειψη βιταμίνης D είναι συχνό φαινόμενο, εξαιτίας βέβαια των πολύ υψηλών μέτρων προστασίας τους από τον ήλιο.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-
Antony R.Youn PhD, Joël Claveau MD, Ana Beatris Rossi MD, Ultraviolet radiation and the skin: Photobiology and sunscreen photoprotection, Journal of the American Academy of Dermatology,2017,76(3),pp 100-109
-
M.Ichihashi, M.Ueda, A.Budiyanto, T.Bito, M.Oka, M.Fukunaga, K.Tsuru, T.Horikawa, UV–induced skin damage, Toxicology, 2003, 189(1-2), pp 21-39
-
John D’Orazio , Stuart Jarrett , Alexandra Amaro-Ortiz, Timothy Scott, UV Radiation and the Skin, International Journal of Molecular Sciences, 2013, 14(6),pp 12222-12248
-
T. Teramura ,M. Mizuno, H. Asano, N. Naito, K. Arakane, Y. Miyachi, Relationship between sun‐protection factor and application thickness in high‐performance sunscreen: double application of sunscreen is recommended, CED, 2012, 37(8),pp 904-908
-
RobertSarkany, Sun protection strategies, Medicine, 2017, 45:7, pp 444-447
-
Hao Ou-Yang PhD, Lily I. Jiang PhD, Karen Meyer BS, Sun Protection by Beach Umbrella vs Sunscreen With a High Sun Protection Factor-A Randomized Clinical Trial, JAMA Dermatol, 2017, 153(3), pp 304-308
-
M. Lodén , H. Beitner , H. Gonzalez , D.W. Edström , U. Åkerström , J. Austad , I. Buraczewska‐Norin , M. Matsson ,H.C. Wulf, Sunscreen use: controversies, challenges and regulatory aspects, BJD, 2011, 165(2), pp 255-262
-
Doris R. Kimbrough, The Photochemistry of Sunscreens, Journal of Chemical Education, 1997
-
Heidi Li, Sophia Colantonio, Andrea Dawson, Sunscreen Application, Safety, and Sun Protection: The Evidence, Journal of Cutaneous Medicine and Surgery, 2019, 23(4)
-
Maier T. · Korting H.C., Sunscreens – Which and What for?, Skin Pharmacology and Physiology, 2005, 18, pp 253-262
-
Deevya L. Narayanan MPH, CPH , Rao N. Saladi MD , Joshua L. Fox MD, FAAD, Review: Ultraviolet radiation and skin cancer, International Journal of Dermatology,2010, 49(9), pp 978-986
-
T. Passeron , R. Bouillon , V. Callender , T. Cestari , T.L. Diepgen , A.C. Green , J.C. van der Pols , B.A. Bernard , F. Ly , F. Bernerd , L. Marrot , M. Nielsen , M. Verschoore , N.G. Jablonski , Sunscreen photoprotection and vitamin D status, BJD, 2019, 181(5),pp 916-931
TrueMed-ForLivingMore
Κοινοποιήστε
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
© 2019 TrueMed Media. All rights reserved. Our website services, content, and products are for informational purposes only. TrueMed Media does not provide medical advice, diagnosis, or treatment.

Αρθρογράφος
Η Μαρία-Αγγελική Τσατίρη γεννήθηκε στις 23 Μαρτίου του 1999 στο Βόλο, όπου και μεγάλωσε. Το 2017 πέρασε στη σχολή Μοριακής Βιολογίας και Γενετικής του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Έκτοτε και μέχρι το 2021 πέρασε τα φοιτητικά της χρόνια στην Αλεξανδρούπολη, όπου και εδράζεται η σχολή της.
Η πρώτη της επαφή με τον κόσμο της Βιολογίας ήταν στο Γυμνάσιο και έκτοτε δεν έπαψε ποτέ να τη συναρπάζει το πόσο καλά οργανωμένα είναι τα πάντα στη φύση, ακόμα και σε μικροσκοπικό επίπεδο. Αρκούσε αυτό το μυστήριο της πολυπλοκότητας των βιολογικών συστημάτων για να την ωθήσει στην απόφασή της να ακολουθήσει τον τομέα της Βιολογίας. Κάπως έτσι ξεκίνησε το ταξίδι της στην αναζήτηση της γνώσης που κρύβεται πίσω από το μεγαλείο της ζωής.
Κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών της σπουδών και λόγω της ιδιαίτερης προτίμησής της για τη Γενετική, υπήρξε μέλος εργαστηρίου Κυτταρογενετικής και αργότερα Μοριακής Γενετικής & Φαρμακογονιδιωματικής-Τοξικογονιδιωματικής. Άλλοι κλάδοι της Βιολογίας που την εμπνέουν είναι οι Νευροεπιστήμες καθώς και η Εξελικτική Βιολογία.
Χόμπι της από μικρή ήταν και παραμένει το γράψιμο και πλέον χάρη στοTrueMedασχολείται με τη συγγραφή εκλαϊκευμένων επιστημονικών άρθρων. Ενδιαφέρεται για τη σωστή και ισορροπημένη διατροφή κάτι που αποτελεί συχνά και αντικείμενο των άρθρων της. Πολύ σημαντικό για εκείνη είναι και η ευαισθητοποίηση σχετικά με την προστασία του περιβάλλοντος, για αυτό και συμμετέχει σε σχετικές οργανώσεις και δράσεις. Στο τέλος μιας δύσκολης μέρας την χαλαρώνει και την αποφορτίζει η επαφή με τη μουσική , όπως το να παίζει κιθάρα. Είναι πάντα ανοιχτή σε νέες προκλήσεις και ευκαιρίες για μάθηση.
Λοιπά Προσόντα
Ξένες Γλώσσες
ΑγγλικάMichigan Proficiency(C2)-Grade B
ΓερμανικάGoethe Zertificat C1
Ειδικές γνώσεις
Βασικός χειρισμός τουMicrosoft Office (Word, PowerPoint, Excel)
Πρακτική Άσκηση
- Γενικό Νοσοκομείο Βόλου, Βιοχημικό τμήμα
- Γενικό Νοσοκομείο Καρδίτσας, Τμήμα Αιμοσφαιρινοπαθειών
Συμμετοχές
Παρουσίαση εργασίας με θέμα ‘Δηλητήριο: το δώρο της φύσης’ στο 1οΠανελλήνιο Συνέδριο Φοιτητών Ιατρικής ‘Λεύκιππος’
Συνέδρια
1οΠανελλήνιο Συνέδριο Φοιτητών Ιατρικής ‘’Λεύκιππος’’
16οΠανελλήνιο Συνέδριο Κλινικής Χημείας
69οΠανελλήνιο Συνέδριο της Ελληνικής Εταιρείας Βιοχημείας και Μοριακής Βιολογίας
3οΠανελλήνιο Συνέδριο Αναπαραγωγικής Ιατρικής
Αγαπημένη ταινία:The Kings’speech
Αγαπημένο συγκρότημα:ΑΒΒΑ
Αγαπημένο βιβλίο:Ο Αλχημιστής
Αγαπημένοquote:‘’η ευτυχία πηγάζει από μέσα μας’’
Στοιχεία επικοινωνίας
email:marielatsat@gmail.com
Αριθμός άρθρων που έχει γράψει στην Truemed: 1