ΕΚΛΑΜΨΙA: Η υπέρταση που απειλεί την κύηση
29-1-2021
Στυλιανή Θεοχάρη

Ορισμός και επιδημιολογικά στοιχεία
H εκλαμψία είναι μια παθολογική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη ενός ή περισσότερων επεισοδίων σπασμών (grand mal ή τονικοκλονικών) σε γυναίκα με προεκλαμψία, σε απουσία οποιουδήποτε άλλου νευρολογικού ή μεταβολικού αιτίου. Συνήθως συμβαίνει μεταξύ 20ης εβδομάδας της κύησης και τέλους της πρώτης εβδομάδας της λοχείας. Οι περισσότερες περιπτώσεις επιληπτικών κρίσεων συμβαίνουν στην μεταγεννητική φάση (44%), αλλά μπορούν να συμβούν και προγεννητικά (38%), ακόμη και κατά την φάση του τοκετού (18%). Οι γυναίκες που παρουσιάζουν υπέρταση κύησης (συστολική >140mmΗg ή διαστολική >90mmHg) με λευκωματουρία (>300mg σε ούρα 24ώρου ή >30mg/mmol πρώτων πρωινών ή τυχαίου δείγματος ούρων), με συνοδά σημεία το οίδημα (εξαίρεση αποτελεί το οίδημα χεριών και προσώπου), την κεφαλαλγία, τις οπτικές διαταραχές (λόγω οιδήματος οπτικής θηλής/ βαμβακόμορφων εξιδρωματικών αλλοιώσεων) την δυσχέρεια στην αναπνοή, την ύπαρξη πόνου στο δεξί υποχόνδριο από διάταση της κάψας του ήπατος, έχουν αυξημένο κίνδυνο η βαριά προεκλαμψία τους να οδηγήσει τελικά σε εκδήλωση εκλαμψίας. Η εκλαμψία αποτελεί πολύ σοβαρή μαιευτική επιπλοκή, με επιπολασμό 5/10.000 περιπτώσεις και υψηλό δείκτη θνησιμότητας τόσο για την μητέρα όσο και για το έμβρυο.
Παράγοντες κινδύνου
Δυστυχώς, ακόμη και τώρα όλες οι προσπάθειες που έχουν καταβληθεί για την πρόβλεψη των ασθενών εκείνων που θα εμφανίσουν εκλαμψία δεν έχουν οδηγήσει ακόμη σε μια ουσιαστική και αποδεκτή μέθοδο πρόληψης, καθώς οι περισσότερες μελέτες στρέφουν το ενδιαφέρον τους γύρω από τους παράγοντες ανάπτυξης της προεκλαμψίας. Όλοι οι ασθενείς με ιστορικό προεκλαμψίας έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης επιληπτικών κρίσεων και κώματος, όμως συγκεκριμένοι παράγοντες κινδύνου έχουν βρεθεί ότι προδιαθέτουν περισσότερο ή λιγότερο. Μέτριου κινδύνου αποτελούν η ατοκία, η ηλικία της μητέρας >40, BMI μητέρας >35, οικογενειακό ιστορικό προεκλαμψίας, πολλαπλή κύηση (καθώς αυτό από μόνο του καθιστά την εγκυμοσύνη υψηλού κινδύνου) και διάστημα μεταξύ προηγούμενης κύησης >10 έτη. Αυξημένου κινδύνου αποτελεί η ύπαρξη νευροαισθητηριακών σημείων όπως κεφαλαλγίες και υπερρεφλεξία, η χρόνια υπέρταση, υπάρχουσα χρόνια νεφρική νόσος, σακχαρώδης διαβήτης, αυτοάνοσα (SLΕ ή αντιφωσφολιπιδικό).
Αιτιοπαθογένεια της νόσου
Η προεκλαμψία και εκλαμψία θεωρείται νόσος του πλακούντα, αλλά δεν είναι γνωστή η ακριβής αιτιολογία της. Θεωρίες που έχουν προταθεί είναι η ανώμαλη εμφύτευση του πλακούντα, με ιδιαίτερη έμφαση τα σπειροειδή αρτηρίδια (τροφοβλαστικά) που λόγω λανθασμένης ανάπτυξης ίσως προκαλούν μειωμένη μητροπλακουντιακή ροή στο τελικό στάδιο της εγκυμοσύνης, με ή χωρίς ανοσολογικά αίτια, δηλαδή η επιφανειακή πλακουντοποίηση να οφείλεται στην αναγνώριση του πλακούντα ως αλλογενούς, ή γενετική ανωμαλία στο χρωμόσωμα 13. Είναι δυνατόν να προσδιοριστεί μειωμένη ροή του αίματος στις μητρικές αρτηρίες της μητέρας χρησιμοποιώντας Doppler υπερηχογράφημα στις 20-22 εβδομάδες κύησης.
Κλινική συμπτωματολογία:
Βασικό σύμπτωμα της εκλαμψίας αποτελεί η νέα εμφάνιση τονικοκλονικών σπασμών, σε έδαφος προεκλαμψίας μετά την 20η εβδομάδα κύησης και διάρκεια 60-75 δευτερόλεπτα με μετακριτική φάση. Συνοδά συμπτώματα αποτελούν η κεφαλαλγία, η υπερρεφλεξία, ναυτία/εμετοί, άλγος δεξιού υποχονδρίου, οπτικές ενοχλήσεις (σκοτώματα), διαταραχές σε νοητικό επίπεδο ( όλα αυτά αποτελούν ίδια σημεία βαριάς προεκλαμψίας), ολιγοουρία, δύσπνοια ή ARDS.
Η εκλαμψία έχει σημαντικές επιπλοκές τόσο στην έγκυο όσο και στο έμβυο. Στη μητέρα σημαντικό είναι το σύνδρομο HELLP, δηλαδή η ύπαρξη αιμόλυσης, αυξημένων ηπατικών ενζύμων και χαμηλού αριθμού αιμοπεταλίων. Η τριάδα των πιο συχνά προσβαλλόμενων οργάνων από τον διάχυτο αγγειόσπασμο είναι ο εγκέφαλος, το ήπαρ και οι νεφροί και χρειάζονται τις ανάλογες εξετάσεις για εκτίμηση της λειτουργίας τους. Συγκεκριμένα οι νεφροί παρουσιάζουν εκφυλιστική σωληναριακή νεφρίτιδα, και μπορεί να εκδηλωθεί με συμπτώματα οξείας νεφρικής ανεπάρκειας. Το άλγος του δεξιού υποχονδρίου προκύπτει από διάταση της κάψας του Glisson λόγω των υποκάψιων αιμορραγιών που συνοδεύεται από περιφερική εκφύλιση των λοβίων και πιθανώς συνοδός θρόμβωση της πυλαίας φλέβας. Παρόμοια, αιμορραγίες και θρομβώσεις εμφανίζονται δυνητικά και στον εγκέφαλο. Άλλο ένα όργανο που προσβάλλεται είναι ο πλακούντας, θέτοντας σε κίνδυνο την ομαλή ανάπτυξη του εμβρύου. To έμβρυο πρέπει να ελέγχεται για βραδυκαρδία, έχει κίνδυνο για μειωμένη ανάπτυξη (iufg), ολιγοϋδράμνιο και πρόωρο τοκετό.

H διαφορική διάγνωση είναι σημαντική σε κάθε επιληπτική κρίση στη διάρκεια της εγκυμοσύνης και θα πρέπει να γίνεται αποκλεισμός άλλων αιτίων ακόμη και με ιστορικό προεκλαμψίας. Στα πιθανά αίτια είναι η υπογλυκαιμία, η υπάρχουσα επιληπτική κατάσταση, μηνιγγίτιδα, αιμορραγικό ή ισχαιμικό έμφραγμα, ανεύρυσμα, σηπτικό σοκ, φαρμακευτικό.
Υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να γίνονται οι κατάλληλες εξετάσεις για αποκλεισμό των άλλων αιτίων και ανάδειξη της εκλαμψίας. Γενική αίματος (FBC), ουρία και κρεατινίνη (U&E), ηπατικά ένζυμα (LFT), γλυκόζη αίματος, δοκιμασίες θρόμβωσης, και υπέρηχο κοιλίας (κυρίως για αποκλεισμό αποκόλλησης πλακούντα που επιπλέκει την διαχείριση της εγκύου και τη βιωσιμότητα του εμβρύου).
Περίθαλψη και θεραπεία.
Οριστική θεραπεία της εκλαμψίας είναι ο τοκετός. Όμως αυτό συνυπολογίζεται με την ηλικία της κύησης, την προωρότητα του εμβρύου, τη σοβαρότητα της εκλαμψίας και την απάντηση στη θεραπεία της ασθενούς. Γενικά οι ασθενείς με σοβαρή προεκλαμψία και εκλαμψία χρειάζονται εισαγωγή σε μονάδα εντατικής θεραπείας για σταθεροποίηση και συνεχή προσοχή της κλινικής τους κατάστασης. Οι επιληπτικές κρίσεις αντιμετωπίζονται με χορήγηση θειικού μαγνησίου (MgSO4). Όμως πρέπει να παρακολουθείται μετά τη χορήγησή του, για τυχόν ανεπιθύμητες ενέργειες τοξικότητας. Τα σημεία της τοξικότητας του μαγνησίου στη μητέρα περιλαμβάνουν εξάλειψη του επιγονατιδικού αντανακλαστικού, ρυθμό αναπνοής λιγότερο από 12 αναπνοές/ λεπτό, αποβολή ούρων λιγότερο από 30 mL/ ώρα, επίπεδα μαγνησίου ορού πάνω από 8 mg/ dL, ερυθρότητα προσώπου(flushing) και μυϊκή πλαδαρότητα, εμβρυϊκή βραδυκαρδία ή σοβαρή υπόταση της εγκύου. H χορήγηση του μαγνησίου μπορεί να γίνει προφυλακτικά με δοσολογία 4g/100ml NaCl 0,9%. Στην πρώτη κρίση δίνεται η ίδια δόση bolus μέσα σε 20 λεπτά, και συνεχίζει να χορηγείται με ρυθμό 1g έως 3g/ ώρα έως 24h μετά την γέννα/ τελευταία κρίση (όποιο έρθει πρώτο). Σε περίπτωση που αναγνωρισθούν συμπτώματα τοξικότητας από μαγνήσιο πρέπει να χορηγηθεί 1g γλυκονικού ασβεστίου. Αν παρά την χορήγηση μαγνησίου συνεχίζουν οι κρίσεις, έχει ένδειξη χορήγησης η διαζεπάμη/ λοραζεπάμη ενδοφλέβια. Η αναζωογόνηση ακολουθεί το κλασικό πρωτόκολλο ABCDE των πρώτων βοηθειών, και πρέπει η έγκυος να τοποθετηθεί σε αριστερή πλάγια θέση (για σωστή αιμάτωση του πλακούντα). Η ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης με στόχο το MAP <120mmHg, γίνεται κυρίως με ενδοφλέβια χορήγηση λαβεταλόλης ή υδραλαζίνης καθώς έχουν ένδειξη για χρήση σε εγκυμοσύνη. Τα διουρητικά τείνουν να αποφεύγονται γιατί μπορεί να υποκρύψουν ολιγοουρία στα αρχικά στάδια, που είναι σημαντικός παράγοντας της κλινικής εικόνας της εγκύου. Αν η σίτιση από του στόματος έχει απαγορευτεί, χρήζει σημασίας η χορήγηση Ringers ή 0,9% NaCl 125ml/h για την αύξηση παραγωγής των ούρων. Αν η εγκυμοσύνη είναι <34 εβδομάδων τότε θέλει χορήγηση κορτικοστεροειδών για 48 ώρες για ωρίμανση των πνευμόνων του εμβρύου και πρόωρος τοκετός εφόσον δεν υποστηρίζεται περεταίρω η εγκυμοσύνη. Αν είναι >37 εβδομάδων μπορεί να γίνει κανονικά τοκετός. Γενικά για να εισέλθει σε φάση τοκετού η μητέρα θα πρέπει να έχει σταθεροποιηθεί ως προς τις κρίσεις, την πίεση και την υποξία για τουλάχιστον 4-6 ώρες. Αν ο τράχηλος της μήτρας είναι στις κατάλληλες συνθήκες μπορεί να χορηγηθεί οξυτοκίνη για έλευση τοκετού, αλλιώς ενδείκνυται η πραγματοποίηση καισαρικής. Θα χρειαστεί επιπλέον παρακολούθηση για τουλάχιστον 24h μετά την γέννα, έως ότου σταθεροποιηθεί η πίεση της και ομαλοποιηθεί η παραγωγή ούρων.
Μετά την γέννα είναι μείζονος σημασίας η σωστή παρακολούθηση αμφότερων της μητέρας και του νεογνού Οι μητέρες θα πρέπει να ελέγχονται σε εβδομαδιαία βάση για τα επίπεδα της πίεσης τους και αν επιμένει η υπέρταση πέραν των 6 εβδομάδων πρέπει να γίνει σύσταση παρακολούθησης από ιατρό. Τα νεογέννητα έχουν αυξημένο κίνδυνο για καρδιολογικά προβλήματα μακροπρόθεσμα, όπως διαβήτη, συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια και υπερτασική νόσο ιδίως αν είναι πρόωρα. Για αυτό το λόγο, καθώς και τον αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας τόσο για τη μητέρα όσο και για το νεογέννητο, η σωστή διαχείριση των εγκύων, με παράγοντες κινδύνου που προδιαθέτουν σε προεκλαμψία, αποτελεί παγκόσμιο θέμα υγείας. Η FIGO (Διεθνής Ομοσπονδία Γυναικολογίας και Μαιευτικής) προτείνει να πραγματοποιείται προσυμπτωματικός έλεγχος (screening test) σε όλες τις εγκύους στο πρώτο τρίμηνο, καθιστώντας το αναπόσπαστο κομμάτι της προγεννητικής φροντίδας για κάθε μέλλουσα μητέρα με σκοπό την καλύτερη και ομαλή εγκυμοσύνη.

Βιβλιογραφία:
ACOG practice bulletin. Diagnosis and management of preeclampsia and eclampsia. Number 33, January 2002.
ACOG Committee on Practice Bulletins–Obstetrics.
Obstet Gynecol. 2002 Jan; 99(1):159-67.
Στυλιανή Θεοχάρη,
Φοιτήτρια 5ου έτους, Ιατρική Πατρών.
TrueMed-ForLivingMore
Κοινοποιήστε



Πυελικό Έδαφος & Φυσικοθεραπεία στην Εγκυμοσύνη: Ο Κρυφός Σύμμαχος Κάθε Γυναίκας
Μάθετε πως η ενδυνάμωση των μυών του πυελικού εδάφους αντιμετωπίζει καταστάσεις του τοκετού και συμβάλει στην ανάρρωση μετά απο αυτόν

Μητροτητα και Διπολικη διαταραχη: Προκλησεις στην ασκηση του γονεϊκού ρολου και ζητηματα γονικης μεριμνας
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
Βρείτε μας στο Facebook και στο Instagram
| Επικοινωνία | Η ομάδα μας | Διαφημιστείτε στη truemed.gr| | Όροι χρήσης | Προσωπικά δεδομένα | Copyright©Truemed | |Για περισσότερη ζωή |
Designed – Developed by Premiumweb.gr

© 2019 TrueMed Media. All rights reserved. Our website services, content, and products are for informational purposes only. TrueMed Media does not provide medical advice, diagnosis, or treatment.
ΕΚΛΑΜΨΙA: Η υπέρταση που απειλεί την κύηση
29-1-2021
Στυλιανή Θεοχάρη

Ορισμός και επιδημιολογικά στοιχεία
H εκλαμψία είναι μια παθολογική κατάσταση που χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη ενός ή περισσότερων επεισοδίων σπασμών (grand mal ή τονικοκλονικών) σε γυναίκα με προεκλαμψία, σε απουσία οποιουδήποτε άλλου νευρολογικού ή μεταβολικού αιτίου. Συνήθως συμβαίνει μεταξύ 20ης εβδομάδας της κύησης και τέλους της πρώτης εβδομάδας της λοχείας. Οι περισσότερες περιπτώσεις επιληπτικών κρίσεων συμβαίνουν στην μεταγεννητική φάση (44%), αλλά μπορούν να συμβούν και προγεννητικά (38%), ακόμη και κατά την φάση του τοκετού (18%). Οι γυναίκες που παρουσιάζουν υπέρταση κύησης (συστολική >140mmΗg ή διαστολική >90mmHg) με λευκωματουρία (>300mg σε ούρα 24ώρου ή >30mg/mmol πρώτων πρωινών ή τυχαίου δείγματος ούρων), με συνοδά σημεία το οίδημα (εξαίρεση αποτελεί το οίδημα χεριών και προσώπου), την κεφαλαλγία, τις οπτικές διαταραχές (λόγω οιδήματος οπτικής θηλής/ βαμβακόμορφων εξιδρωματικών αλλοιώσεων) την δυσχέρεια στην αναπνοή, την ύπαρξη πόνου στο δεξί υποχόνδριο από διάταση της κάψας του ήπατος, έχουν αυξημένο κίνδυνο η βαριά προεκλαμψία τους να οδηγήσει τελικά σε εκδήλωση εκλαμψίας. Η εκλαμψία αποτελεί πολύ σοβαρή μαιευτική επιπλοκή, με επιπολασμό 5/10.000 περιπτώσεις και υψηλό δείκτη θνησιμότητας τόσο για την μητέρα όσο και για το έμβρυο.
Παράγοντες κινδύνου
Δυστυχώς, ακόμη και τώρα όλες οι προσπάθειες που έχουν καταβληθεί για την πρόβλεψη των ασθενών εκείνων που θα εμφανίσουν εκλαμψία δεν έχουν οδηγήσει ακόμη σε μια ουσιαστική και αποδεκτή μέθοδο πρόληψης, καθώς οι περισσότερες μελέτες στρέφουν το ενδιαφέρον τους γύρω από τους παράγοντες ανάπτυξης της προεκλαμψίας. Όλοι οι ασθενείς με ιστορικό προεκλαμψίας έχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης επιληπτικών κρίσεων και κώματος, όμως συγκεκριμένοι παράγοντες κινδύνου έχουν βρεθεί ότι προδιαθέτουν περισσότερο ή λιγότερο. Μέτριου κινδύνου αποτελούν η ατοκία, η ηλικία της μητέρας >40, BMI μητέρας >35, οικογενειακό ιστορικό προεκλαμψίας, πολλαπλή κύηση (καθώς αυτό από μόνο του καθιστά την εγκυμοσύνη υψηλού κινδύνου) και διάστημα μεταξύ προηγούμενης κύησης >10 έτη. Αυξημένου κινδύνου αποτελεί η ύπαρξη νευροαισθητηριακών σημείων όπως κεφαλαλγίες και υπερρεφλεξία, η χρόνια υπέρταση, υπάρχουσα χρόνια νεφρική νόσος, σακχαρώδης διαβήτης, αυτοάνοσα (SLΕ ή αντιφωσφολιπιδικό).
Αιτιοπαθογένεια της νόσου
Η προεκλαμψία και εκλαμψία θεωρείται νόσος του πλακούντα, αλλά δεν είναι γνωστή η ακριβής αιτιολογία της. Θεωρίες που έχουν προταθεί είναι η ανώμαλη εμφύτευση του πλακούντα, με ιδιαίτερη έμφαση τα σπειροειδή αρτηρίδια (τροφοβλαστικά) που λόγω λανθασμένης ανάπτυξης ίσως προκαλούν μειωμένη μητροπλακουντιακή ροή στο τελικό στάδιο της εγκυμοσύνης, με ή χωρίς ανοσολογικά αίτια, δηλαδή η επιφανειακή πλακουντοποίηση να οφείλεται στην αναγνώριση του πλακούντα ως αλλογενούς, ή γενετική ανωμαλία στο χρωμόσωμα 13. Είναι δυνατόν να προσδιοριστεί μειωμένη ροή του αίματος στις μητρικές αρτηρίες της μητέρας χρησιμοποιώντας Doppler υπερηχογράφημα στις 20-22 εβδομάδες κύησης.
Κλινική συμπτωματολογία:
Βασικό σύμπτωμα της εκλαμψίας αποτελεί η νέα εμφάνιση τονικοκλονικών σπασμών, σε έδαφος προεκλαμψίας μετά την 20η εβδομάδα κύησης και διάρκεια 60-75 δευτερόλεπτα με μετακριτική φάση. Συνοδά συμπτώματα αποτελούν η κεφαλαλγία, η υπερρεφλεξία, ναυτία/εμετοί, άλγος δεξιού υποχονδρίου, οπτικές ενοχλήσεις (σκοτώματα), διαταραχές σε νοητικό επίπεδο ( όλα αυτά αποτελούν ίδια σημεία βαριάς προεκλαμψίας), ολιγοουρία, δύσπνοια ή ARDS.
Η εκλαμψία έχει σημαντικές επιπλοκές τόσο στην έγκυο όσο και στο έμβυο. Στη μητέρα σημαντικό είναι το σύνδρομο HELLP, δηλαδή η ύπαρξη αιμόλυσης, αυξημένων ηπατικών ενζύμων και χαμηλού αριθμού αιμοπεταλίων. Η τριάδα των πιο συχνά προσβαλλόμενων οργάνων από τον διάχυτο αγγειόσπασμο είναι ο εγκέφαλος, το ήπαρ και οι νεφροί και χρειάζονται τις ανάλογες εξετάσεις για εκτίμηση της λειτουργίας τους. Συγκεκριμένα οι νεφροί παρουσιάζουν εκφυλιστική σωληναριακή νεφρίτιδα, και μπορεί να εκδηλωθεί με συμπτώματα οξείας νεφρικής ανεπάρκειας. Το άλγος του δεξιού υποχονδρίου προκύπτει από διάταση της κάψας του Glisson λόγω των υποκάψιων αιμορραγιών που συνοδεύεται από περιφερική εκφύλιση των λοβίων και πιθανώς συνοδός θρόμβωση της πυλαίας φλέβας. Παρόμοια, αιμορραγίες και θρομβώσεις εμφανίζονται δυνητικά και στον εγκέφαλο. Άλλο ένα όργανο που προσβάλλεται είναι ο πλακούντας, θέτοντας σε κίνδυνο την ομαλή ανάπτυξη του εμβρύου. To έμβρυο πρέπει να ελέγχεται για βραδυκαρδία, έχει κίνδυνο για μειωμένη ανάπτυξη (iufg), ολιγοϋδράμνιο και πρόωρο τοκετό.

H διαφορική διάγνωση είναι σημαντική σε κάθε επιληπτική κρίση στη διάρκεια της εγκυμοσύνης και θα πρέπει να γίνεται αποκλεισμός άλλων αιτίων ακόμη και με ιστορικό προεκλαμψίας. Στα πιθανά αίτια είναι η υπογλυκαιμία, η υπάρχουσα επιληπτική κατάσταση, μηνιγγίτιδα, αιμορραγικό ή ισχαιμικό έμφραγμα, ανεύρυσμα, σηπτικό σοκ, φαρμακευτικό.
Υπό αυτό το πρίσμα πρέπει να γίνονται οι κατάλληλες εξετάσεις για αποκλεισμό των άλλων αιτίων και ανάδειξη της εκλαμψίας. Γενική αίματος (FBC), ουρία και κρεατινίνη (U&E), ηπατικά ένζυμα (LFT), γλυκόζη αίματος, δοκιμασίες θρόμβωσης, και υπέρηχο κοιλίας (κυρίως για αποκλεισμό αποκόλλησης πλακούντα που επιπλέκει την διαχείριση της εγκύου και τη βιωσιμότητα του εμβρύου).
Περίθαλψη και θεραπεία.
Οριστική θεραπεία της εκλαμψίας είναι ο τοκετός. Όμως αυτό συνυπολογίζεται με την ηλικία της κύησης, την προωρότητα του εμβρύου, τη σοβαρότητα της εκλαμψίας και την απάντηση στη θεραπεία της ασθενούς. Γενικά οι ασθενείς με σοβαρή προεκλαμψία και εκλαμψία χρειάζονται εισαγωγή σε μονάδα εντατικής θεραπείας για σταθεροποίηση και συνεχή προσοχή της κλινικής τους κατάστασης. Οι επιληπτικές κρίσεις αντιμετωπίζονται με χορήγηση θειικού μαγνησίου (MgSO4). Όμως πρέπει να παρακολουθείται μετά τη χορήγησή του, για τυχόν ανεπιθύμητες ενέργειες τοξικότητας. Τα σημεία της τοξικότητας του μαγνησίου στη μητέρα περιλαμβάνουν εξάλειψη του επιγονατιδικού αντανακλαστικού, ρυθμό αναπνοής λιγότερο από 12 αναπνοές/ λεπτό, αποβολή ούρων λιγότερο από 30 mL/ ώρα, επίπεδα μαγνησίου ορού πάνω από 8 mg/ dL, ερυθρότητα προσώπου(flushing) και μυϊκή πλαδαρότητα, εμβρυϊκή βραδυκαρδία ή σοβαρή υπόταση της εγκύου. H χορήγηση του μαγνησίου μπορεί να γίνει προφυλακτικά με δοσολογία 4g/100ml NaCl 0,9%. Στην πρώτη κρίση δίνεται η ίδια δόση bolus μέσα σε 20 λεπτά, και συνεχίζει να χορηγείται με ρυθμό 1g έως 3g/ ώρα έως 24h μετά την γέννα/ τελευταία κρίση (όποιο έρθει πρώτο). Σε περίπτωση που αναγνωρισθούν συμπτώματα τοξικότητας από μαγνήσιο πρέπει να χορηγηθεί 1g γλυκονικού ασβεστίου. Αν παρά την χορήγηση μαγνησίου συνεχίζουν οι κρίσεις, έχει ένδειξη χορήγησης η διαζεπάμη/ λοραζεπάμη ενδοφλέβια. Η αναζωογόνηση ακολουθεί το κλασικό πρωτόκολλο ABCDE των πρώτων βοηθειών, και πρέπει η έγκυος να τοποθετηθεί σε αριστερή πλάγια θέση (για σωστή αιμάτωση του πλακούντα). Η ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης με στόχο το MAP <120mmHg, γίνεται κυρίως με ενδοφλέβια χορήγηση λαβεταλόλης ή υδραλαζίνης καθώς έχουν ένδειξη για χρήση σε εγκυμοσύνη. Τα διουρητικά τείνουν να αποφεύγονται γιατί μπορεί να υποκρύψουν ολιγοουρία στα αρχικά στάδια, που είναι σημαντικός παράγοντας της κλινικής εικόνας της εγκύου. Αν η σίτιση από του στόματος έχει απαγορευτεί, χρήζει σημασίας η χορήγηση Ringers ή 0,9% NaCl 125ml/h για την αύξηση παραγωγής των ούρων. Αν η εγκυμοσύνη είναι <34 εβδομάδων τότε θέλει χορήγηση κορτικοστεροειδών για 48 ώρες για ωρίμανση των πνευμόνων του εμβρύου και πρόωρος τοκετός εφόσον δεν υποστηρίζεται περεταίρω η εγκυμοσύνη. Αν είναι >37 εβδομάδων μπορεί να γίνει κανονικά τοκετός. Γενικά για να εισέλθει σε φάση τοκετού η μητέρα θα πρέπει να έχει σταθεροποιηθεί ως προς τις κρίσεις, την πίεση και την υποξία για τουλάχιστον 4-6 ώρες. Αν ο τράχηλος της μήτρας είναι στις κατάλληλες συνθήκες μπορεί να χορηγηθεί οξυτοκίνη για έλευση τοκετού, αλλιώς ενδείκνυται η πραγματοποίηση καισαρικής. Θα χρειαστεί επιπλέον παρακολούθηση για τουλάχιστον 24h μετά την γέννα, έως ότου σταθεροποιηθεί η πίεση της και ομαλοποιηθεί η παραγωγή ούρων.
Μετά την γέννα είναι μείζονος σημασίας η σωστή παρακολούθηση αμφότερων της μητέρας και του νεογνού Οι μητέρες θα πρέπει να ελέγχονται σε εβδομαδιαία βάση για τα επίπεδα της πίεσης τους και αν επιμένει η υπέρταση πέραν των 6 εβδομάδων πρέπει να γίνει σύσταση παρακολούθησης από ιατρό. Τα νεογέννητα έχουν αυξημένο κίνδυνο για καρδιολογικά προβλήματα μακροπρόθεσμα, όπως διαβήτη, συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια και υπερτασική νόσο ιδίως αν είναι πρόωρα. Για αυτό το λόγο, καθώς και τον αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας τόσο για τη μητέρα όσο και για το νεογέννητο, η σωστή διαχείριση των εγκύων, με παράγοντες κινδύνου που προδιαθέτουν σε προεκλαμψία, αποτελεί παγκόσμιο θέμα υγείας. Η FIGO (Διεθνής Ομοσπονδία Γυναικολογίας και Μαιευτικής) προτείνει να πραγματοποιείται προσυμπτωματικός έλεγχος (screening test) σε όλες τις εγκύους στο πρώτο τρίμηνο, καθιστώντας το αναπόσπαστο κομμάτι της προγεννητικής φροντίδας για κάθε μέλλουσα μητέρα με σκοπό την καλύτερη και ομαλή εγκυμοσύνη.

Βιβλιογραφία:
ACOG practice bulletin. Diagnosis and management of preeclampsia and eclampsia. Number 33, January 2002.
ACOG Committee on Practice Bulletins–Obstetrics.
Obstet Gynecol. 2002 Jan; 99(1):159-67.
Στυλιανή Θεοχάρη,
Φοιτήτρια 5ου έτους, Ιατρική Πατρών.
TrueMed-ForLivingMore
Κοινοποιήστε
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Βρείτε μας στο Facebook
Και στο Instagram
Επικοινωνία
Η ομάδα μας
Διαφημιστείτε στη truemed.gr
Όροι χρήσης
Προσωπικά δεδομένα
Copyright©Truemed
Για περισσότερη ζωή
Designed – Developed by Premiumweb.gr

© 2019 TrueMed Media. All rights reserved. Our website services, content, and products are for informational purposes only. TrueMed Media does not provide medical advice, diagnosis, or treatment.
Το μέλος αυτό έχει μπει στην ομάδα της TrueMed, αλλά ακόμα δεν εχει συνεισφέρει κάποιο άρθρο στην σελίδα μας.